μέτην

μέτην
μέτην (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «μέσην, μετουσίαν».

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μετῆν — μέτειμι 1 sum imperf ind act 1st sg μέτειμι 1 sum imperf ind act 3rd pl (epic doric aeolic) μέτειμι 1 sum imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… …   Dictionary of Greek

  • Hirmine — Ὑρμίνη Hirmine Ciudad de la Antigua Grecia Datos generales Habitantes pelasgos, griegos Idioma …   Wikipedia Español

  • Epeo de Élide — Para otros usos de este término, véase Epeo. Epeo de Élide (en griego Ἐπειός ὁ Ἠλείος, Epeiós ho Eleíos ) fue el tercer rey mítico de la antigua Élide. Es héroe epónimo de los epeos, una de las denominaciones de los habitantes de la Élide. Era… …   Wikipedia Español

  • άνθρωπος — Το ανθρώπινο ον, ο πιο εξελιγμένος οργανισμός που ζει στην υδρόγειο. Homo sapiens (ά. έμφρων ή λογικός)είναι ο επιστημονικός όρος, στη συστηματική ταξινόμηση διπλής ονομασίας για το γένος (homo, ά.)και το είδος (sapiens, λογικός)στο οποίο ανήκει… …   Dictionary of Greek

  • απαισιοδοξία — Στάση απέναντι στη ζωήπου εκφράζεται με το να αντιμετωπίζει κανείς τα πάντα από την κακή τους όψη.Λέγεται και πεσιμισμός, από τη λατινική λέξη pessimus που σημαίνει χείριστος, κάκιστος. Ως φιλοσοφική θεωρία, αντίθετα μετην αισιοδοξία (οπτιμισμός) …   Dictionary of Greek

  • καθαρτήριo — Ο υπεργήινος τόπος όπου παραμένουν οι ψυχές για να καθαρθούν πριν εισέλθουν στον παράδεισο,σύμφωνα μετην Καθολική Εκκλησία. Η διδασκαλία για το κ., καθορισμένη και επιβεβλημένη ως αλήθεια πίστης από τις συνόδους Φλωρεντίας και Τριδέντου,… …   Dictionary of Greek

  • Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… …   Dictionary of Greek

  • καταμέτρηση — η η πράξη και το αποτέλεσμα του καταμετρώ, ακριβής μέτρηση: Ασχολείται μετην καταμέτρηση των δελτίων του Προπό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κουτσαίνω — κούτσανα, κουτσάθηκα, κουτσαμένος 1. κάνω κάποιον κουτσό: Τον κούτσανες μετην πέτρα που του πέταξες. 2. βαδίζω κουτσαίνοντας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”